Πέμπτη 1 Ιουνίου 2017

Λόγια του αέρα (Ευθυμογράφημα με παροιμίες)

Καθισμένος στο μικρό καφέ της παραλίας απολάμβανε μια παγωμένη μπύρα και ως γνήσιος αεροβάμων, πάντα αφηρημένος, τι άλλο, αεροβατούσε. Στην ευχάριστη διάθεσή του συνέβαλλε και το δροσερό αεράκι που φυσούσε την ώρα εκείνη απ’ τη μεριά της θάλασσας. 

Ξαφνικά αντιλήφθηκε δίπλα του να περνάει μια αέρινη παρουσία. Όπου φυσάει ο άνεμος πάω, σκέφτηκε σαν πραγματικό ανεμοδούρι που ήταν και στη στιγμή τινάχτηκε όρθιος κι έτοιμος για επίθεση. Αέρα, έδωσε στον εαυτό του το παράγγελμα. Πιο γρήγορος κι απ’ τον άνεμο, δεν άργησε να βρεθεί δίπλα της. Ζαλίστηκε. Το άρωμά της του θύμιζε κάτι απ’ την δροσερή αύρα της ώρας εκείνης, που ερχόταν απ’ την θάλασσα.

Της μιλούσε ακατάπαυστα, σχεδόν τρέχοντας δίπλα της, χωρίς όμως καμιά ανταπόκριση απ’ τη μεριά της. Ήταν σα να ‘παιρνε τα λόγια του ο άνεμος. Ο ίδιος του έφερνε και την απάντηση: Λόγια του αέρα. Αέρας κοπανιστός, σκεφτόταν κι αυτή σαν πιο προσγειωμένη που ήταν και συνέχιζε να βαδίζει όλο και πιο γρήγορα, στρίβοντας το κεφάλι της αλλού.

Δεν πέρασε πολλή ώρα και κουράστηκε να την κυνηγάει. Άει στον άνεμο, σκέφτηκε. Δεν βαριέσαι, ανεμομαζώματα… Εξ’ άλλου, αέρας και γυναίκα δεν πιάνονται. Παρ’ όλα αυτά δεν άργησε να φτιάξει το κέφι του. Ξαναγύρισε στο τραπεζάκι του, στο μικρό καφέ, φιλοσοφώντας για όσα παίρνει ο άνεμος. Στο τέλος, με στωϊκή διάθεση και παίρνοντας ύφος περισπούδαστο, κατέληξε: Άνεμος που δεν σε βλάπτει άφησε τον να φυσά.

(Κ. Μπούζας: ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ, 2009)